Αρχειοθήκη ιστολογίου

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΥΝΤΑΞΕΙΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 20 Απριλίου 2021

ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΩΣ ΠΛΑΣΜΑΤΙΚΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΑΠΟΚΤΗΣΗΣ ΔΙΔΑΚΤΟΡΙΚΟΥ ΔΙΠΛΩΜΑΤΟΣ

 ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 11/2021 E ΕΦΚΑ

Σύμφωνα με την Εγκύκλιο 11/2021 του E ΕΦΚΑ κατ εφαρμογή του άρθρου 20 ν.4611/2019:

«O χρόνος πραγματοποίησης των διδακτορικών σπουδών των μελών Διδακτικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΔΕΠ) των Πανεπιστημίων, των ΤΕΙ και της Ανώτατης Σχολής Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (ΑΣΠΑΙΤΕ), των Ανώτατων Στρατιωτικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων (ΑΣΕΙ), του Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΕΕΠ) και των ερευνητών και Ειδικών Λειτουργικών Επιστημόνων (ΕΛΕ) των ερευνητικών κέντρων, Ινστιτούτων και τεχνολογικών φορέων του άρθρου 13 Α του Ν. 4310/2014 (ΦΕΚ 258/ τ. Α’/2014) και των ερευνητικών κέντρων της Ακαδημίας Αθηνών και του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) και μέχρι πέντε (5) έτη, αναγνωρίζεται ως πλασματικός χρόνος ασφάλισης με αίτηση του ενδιαφερόμενου και εξαγοράζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 και 34 του Ν. 4387/2016, εφόσον ο διδακτορικός τίτλος αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση διορισμού τους. Ο χρόνος του προηγούμενου εδαφίου δεν συνυπολογίζεται στο ανώτατο όριο της παρ.4 του άρθρου 17 του Ν. 3865/2010 (ΦΕΚ 120/τ.Α΄/2010) και της παρ.6 του άρθρου 40 του Ν. 2084/1992 (ΦΕΚ 165/τ.Α΄) και αναγνωρίζεται τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος όσο και για την προσαύξηση του ποσού της σύνταξης. Σε περίπτωση μη εξαγοράς του ο χρόνος πραγματοποίησης των διδακτορικών σπουδών συνυπολογίζεται μόνο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού δικαιώματος και όχι για τον προσδιορισμό του δικαιούμενου ποσού σύνταξης.» 

Αναλυτικά η εγκύκλιος:  εδώ


Πηγή: e ΕΦΚΑ

Τετάρτη 10 Μαρτίου 2021

ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗ ΣΥΝΤΑΞΗΣ



Κοινή Υπουργική Απόφαση Αριθμ. Φ11321/9122/338/26.1.2021

ΦΕΚ 825/Β/2-3-2021

Καθορισμός διαδικασίας χορήγησης ποσού προκαταβολής έναντι της σύνταξης του άρθρου 34 του ν. 4778/2021 (Α' 26)…….

Άρθρο 1

Σκοπός - Πεδίο Εφαρμογής

Με το άρθρο 34 του ν. 4778/2021, που προσέθεσε άρθρο 7Α στον ν. 4387/2016, θεσπίστηκε ειδική ρύθμιση για τη χορήγηση προκαταβολής έναντι της μελλοντικής σύνταξης. Το ποσό προκαταβολής έναντι της σύνταξης χορηγείται με βάση τις προϋποθέσεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται στο ανωτέρω άρθρο και στην παρούσα χωρίς να ακολουθούνται οι κείμενες διαδικασίες έκδοσης συνταξιοδοτικής απόφασης. Η χορήγηση του ποσού πιστοποιείται με την έκδοση βεβαίωσης χορήγησης μέσω του πληροφοριακού συστήματος του e-ΕΦΚΑ. Η βεβαίωση χορήγησης προκαταβολής δεν επάγεται δικαίωμα προσωρινής ή οριστικής συνταξιοδότησης και δεν συνιστά συνταξιοδοτική απόφαση.

Η παρούσα καταλαμβάνει τα πρόσωπα που υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης στον e-ΕΦΚΑ, συμπεριλαμβανομένου του π. ΝΑΤ, εξαιρουμένων των προσώπων που δικαιούνται ή λαμβάνουν προκαταβολή σύνταξης κατά το άρθρο 57Α του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων.

Άρθρο 2

Δικαιούχοι

1.Πρόσωπα, τα οποία υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, δικαιούνται ποσό προκαταβολής έναντι της σύνταξης:

α. Ίσο με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ, εφόσον έχουν συμπληρώσει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης το εξηκοστό έβδομο (67ο) έτος της ηλικίας τους και δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης ή τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες ασφάλισης (πραγματικής, προαιρετικής και αναγνωρισμένης), αυτοτελώς ή διαδοχικά σε οποιοδήποτε ενταγμένο στον e-ΕΦΚΑ τέως φορέα κύριας ασφάλισης, ή

β. Ίσο με τριακόσια εξήντα (360,00) ευρώ, εφόσον έχουν συμπληρώσει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης το εξηκοστό δεύτερο (62ο) έτος της ηλικίας τους και δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης ή τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες ασφάλισης (πραγματικής, προαιρετικής και αναγνωρισμένης), αυτοτελώς ή διαδοχικά σε οποιοδήποτε ενταγμένο στον e-ΕΦΚΑ τέως φορέα κύριας ασφάλισης, ή

γ. Ίσο με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ, εφόσον έχουν συμπληρώσει κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης το εξηκοστό δεύτερο (62ο) έτος της ηλικίας τους και είκοσι (20) έτη ασφάλισης ή έξι χιλιάδες (6.000) ημέρες ασφάλισης (πραγματικής, προαιρετικής και αναγνωρισμένης), αυτοτελώς ή διαδοχικά σε οποιοδήποτε ενταγμένο στον e-ΕΦΚΑ τέως φορέα κύριας ασφάλισης.

2.Πρόσωπα, τα οποία υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος στον e-ΕΦΚΑ πριν τη συμπλήρωση του εξηκοστού δευτέρου (62ου) έτους της ηλικίας τους λαμβάνουν ποσό ίσο με τριακόσια εξήντα (360,00) ευρώ, εφόσον συμπληρώνουν κατά τη στιγμή της αίτησης, τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης με βάση τις γενικές, ειδικές ή καταστατικές διατάξεις των ενταγμένων στον e-ΕΦΚΑ τέως φορέων κύριας ασφάλισης, και συγκεκριμένα:

α. Τα όρια ηλικίας του ν. 4336/2015 (Α' 94), εφόσον εμπίπτουν στις διατάξεις αυτές.

β. Τον ελάχιστο χρόνο ασφάλισης που απαιτείται από τις ειδικές θεμελιωτικές διατάξεις σε οποιοδήποτε ενταγμένο στον e-ΕΦΚΑ τέως φορέα κύριας ασφάλισης αυτοτελώς ή διαδοχικά.

γ. Τις ειδικές προϋποθέσεις που τίθενται στις ειδικές θεμελιωτικές διατάξεις, εφόσον εμπίπτουν στις διατάξεις αυτές. Ως ειδικές προϋποθέσεις νοούνται ενδεικτικά: η ανηλικότητα του τέκνου, το πλήθος των τέκνων, η πιστοποιημένη αναπηρία συζύγου, τέκνου ή αδελφού, η συμπλήρωση των απαιτούμενων ημερών ασφάλισης με βάση τις διατάξεις Βαρέων και Ανθυγιεινών Επαγγελμάτων.

3.Πρόσωπα, τα οποία υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας ή γήρατος λόγω αναπηρίας, δικαιούνται ποσό ίσο με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ, εφόσον συμπληρώνουν τις κατά περίπτωση οριζόμενες ελάχιστες χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και έχουν εν ισχύ γνωμάτευση της αρμόδιας Υγειονομικής Επιτροπής των ΚΕΠΑ, που πιστοποιεί το ελάχιστο απαιτούμενο από τις σχετικές διατάξεις ποσοστό αναπηρίας και τις κατά περίπτωση προβλεπόμενες παθήσεις βάσει των διατάξεων του ν. 612/1977 (Α' 164) ή των διατάξεων που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά.

Συγκεκριμένα, δικαιούνται το ανωτέρω ποσό προκαταβολής έναντι σύνταξης οι εξής κατηγορίες:

α. Ασφαλισμένοι μέχρι 31.12.1992

i.τ. ΙΚΑ - ΕΤΑΜ

15 έτη (ή 4.500 ημέρες) ασφάλισης οποτεδήποτε ή 5 έτη (ή 1.500 ημέρες) ασφάλισης, από τις οποίες τουλάχιστον 600 ημέρες κατά τα 5 τελευταία έτη πριν από εκείνο κατά το οποίο επήλθε η αναπηρία ή υποβλήθηκε η αίτηση συνταξιοδότησης ή οι ελάχιστες ημέρες ασφάλισης ανάλογα με την ηλικία του δικαιούχου, και τουλάχιστον 50% ποσοστό αναπηρίας

ii.τ. ΕΤΑΑ (τ. ΤΣΜΕΔΕ, τ. ΤΣΑΥ, τ. ΤΑΝ)

5 έτη ασφάλισης και τουλάχιστον 67% ποσοστό αναπηρίας (50% ποσοστό αναπηρίας για τ. ΤΑΝ)

iii.τ. ΕΤΑΠ - ΜΜΕ

10 έτη ασφάλισης και τουλάχιστον 50% ποσοστό αναπηρίας

iv.τ. ΟΑΕΕ

15 έτη ασφάλισης οποτεδήποτε ή 10 έτη ασφάλισης, από τα οποία τουλάχιστον 1 έτος κατά τα 3 τελευταία έτη πριν από εκείνο κατά το οποίο επήλθε η αναπηρία, και τουλάχιστον 67% ποσοστό αναπηρίας

v.ΤΑΠ-ΔΕΗ, ΤΣΠ-ΤΕ, ΤΣΠ-ΕΤΕ, ΤΑΠ-ΕΤΒΑ, ΤΑΠ-ΙΛΤ, ΤΑΠ- ΟΤΕ, ΤΣΠ-ΗΣΑΠ:

10 έτη ασφάλισης και τουλάχιστον 50% ποσοστό αναπηρίας

β. Ασφαλισμένοι από 1/1/1993 και μετά (για όλους τους φορείς πλην τ. ΟΓΑ και τ. ΝΑΤ): 15 έτη (ή 4.500 ημέρες) ασφάλισης οποτεδήποτε ή 5 έτη (ή 1.500 ημέρες) ασφάλισης, από τις οποίες τουλάχιστον 600 ημέρες κατά τα 5 τελευταία έτη πριν από εκείνο κατά το οποίο επήλθε η αναπηρία ή υποβλήθηκε η αίτηση συνταξιοδότησης ή οι ελάχιστες ημέρες ασφάλισης ανάλογα με την ηλικία του δικαιούχου, και τουλάχιστον 50% ποσοστό αναπηρίας

γ. Ασφαλισμένοι τ. ΟΓΑ

-15 έτη (ή 4.500 ημέρες) ασφάλισης οποτεδήποτε ή 5 έτη (ή 1.500 ημέρες) ασφάλισης, από τις οποίες τουλάχιστον 600 ημέρες κατά τα 5 τελευταία έτη πριν από εκείνο κατά το οποίο επήλθε η αναπηρία, και τουλάχιστον 67% ποσοστό αναπηρίας διάρκειας ενός 1 έτους ή

-3 έτη απασχόλησης καλυπτόμενης από ασφάλιση ΟΓΑ πριν το έτος κατά το οποίο επήλθε η αναπηρία και τουλάχιστον 67% ποσοστό αναπηρίας διάρκειας 3 ετών

δ. Ασφαλισμένοι τ. ΝΑΤ

-15 έτη συνθετικής ναυτικής υπηρεσίας ή 5 έτη πραγματικής θαλάσσιας υπηρεσίας και τουλάχιστον 67% ποσοστό αναπηρίας ή ανικανότητα για ναυτικό επάγγελμα.

ε. Λοιπές κατηγορίες δικαιούχων που εμπίπτουν στις προϋποθέσεις γενικών, ειδικών ή καταστατικών διατάξεων των ενταχθέντων στον e-ΕΦΚΑ φορέων.

Ειδικά σε περίπτωση αίτησης συνταξιοδότησης λόγω εργατικού ατυχήματος, το ανωτέρω ποσό προκαταβολής δικαιούνται πρόσωπα με ελάχιστο χρόνο ασφάλισης μία (1) ημέρα και το κατά περίπτωση (α'- ε') ποσοστό αναπηρίας.

4.Πρόσωπα, τα οποία υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω θανάτου ασφαλισμένου λαμβάνουν ποσό προκαταβολής έναντι της σύνταξης:

α. Ίσο με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ για τον επιζώντα σύζυγο ή μέρος συμφώνου συμβίωσης. Για την καταβολή του ανωτέρω ποσού εξετάζεται η συμπλήρωση τόσο των ελάχιστων χρονικών προϋποθέσεων συνταξιοδότησης του θανόντος ασφαλισμένου όσο και των λοιπών προϋποθέσεων που ορίζονται στις παρ. 2 και 3 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016, όπως ισχύουν.

β. Ίσο με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ για τους λοιπούς δικαιούχους, επιμεριζόμενο ισομερώς μεταξύ αυτών. Για την καταβολή του ποσού εξετάζεται η συμπλήρωση τόσο των ελάχιστων χρονικών προϋποθέσεων συνταξιοδότησης του θανόντος ασφαλισμένου όσο και των προϋποθέσεων που ορίζονται για τον κατά περίπτωση δικαιούχο.

5.Πρόσωπα, τα οποία υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω θανάτου συνταξιούχου λαμβάνουν ποσό προκαταβολής έναντι της σύνταξης:

α. Ίσο με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ για τον επιζώντα σύζυγο ή μέλος συμφώνου συμβίωσης. Για την καταβολή του ανωτέρω ποσού εξετάζεται η συμπλήρωση των προϋποθέσεων που ορίζονται στις παρ. 2 και 3 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016, όπως ισχύουν.

β. Ίσο με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ για τους λοιπούς δικαιούχους, επιμεριζόμενο ισομερώς μεταξύ αυτών. Για την καταβολή του ποσού εξετάζεται η συμπλήρωση των προϋποθέσεων που ορίζονται για τον κατά περίπτωση δικαιούχο.

6.Για τη συμπλήρωση όλων των ανωτέρω χρονικών προϋποθέσεων προσμετράται ο χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί διαδοχικά σε οποιαδήποτε φορέα ασφάλισης ενταγμένο στον e- ΕΦΚΑ, χωρίς να απαιτείται για την προσμέτρησή του η πλήρωση των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης του άρθρου 19 του ν. 4387/2016, όπως ισχύουν.

7.Δεν χορηγείται η προκαταβολή έναντι ποσού σύνταξης στις εξής περιπτώσεις:

α. όταν οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές, το ποσό των οποίων υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ανώτατα όρια,

β. όταν χορηγείται ήδη προσωρινή ή οριστική σύνταξη από τον e-ΕΦΚΑ οποιασδήποτε κατηγορίας,

γ. όταν η αίτηση συνταξιοδότησης κρίνεται με τις διατάξεις της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (E.E.) ή των Διακρατικών Συμβάσεων.

Αν μεταγενέστερα εκλείψει η περ. α), η παροχή χορηγείται από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα, κατά τον οποίο υποβάλλεται από τον ενδιαφερόμενο ηλεκτρονικά σχετική αίτηση στον e-ΕΦΚΑ.

 

Άρθρο 3

Διαδικασία

1.Η χορήγηση της προκαταβολής έναντι σύνταξης γίνεται κατόπιν υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης σε ηλεκτρονική πλατφόρμα του e-ΕΦΚΑ που είναι προσβάσιμη μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr-ΕΨΠ) του άρθρου 22 του ν. 4727/2020 (Α' 184), με τη συμπλήρωση ειδικού πεδίου προς αυτό σκοπό, η οποία επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης ότι κατά το χρόνο υποβολής συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 2 της παρούσας και όπου δηλώνονται οι προϋποθέσεις θεμελίωσης συνταξιοδοτικού δικαιώματος.

2.Η πρόσβαση του αιτούντος στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της παρ. 1 πραγματοποιείται κατόπιν αυθεντικοποίησής του με τη χρήση των κωδικών - διαπιστευτηρίων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης του Υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης (taxisnet) σύμφωνα με την περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν. 4727/2020.

3.Για τη χορήγηση της προκαταβολής έναντι της σύνταξης στα πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 2 της παρούσας, ελέγχεται αποκλειστικά και αρκεί να διαπιστωθεί η συνδρομή της ηλικίας και των χρονικών προϋποθέσεων της παραγράφου εκείνης.

4.Γ ια την χορήγηση της προκαταβολής έναντι της σύνταξης στους δικαιούχους των παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 2 της παρούσας, ελέγχεται η συνδρομή των ελάχιστων προϋποθέσεων για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος από οποιονδήποτε ενταγμένο στον e-ΕΦΚΑ πρώην Φορέα κύριας ασφάλισης.

5.Για όλες τις περιπτώσεις, η συνδρομή των προϋποθέσεων χορήγησης προκαταβολής έναντι σύνταξης, καθώς και των αρνητικών προϋποθέσεων της παρ. 7 του άρθρου 2, διαπιστώνεται αποκλειστικά με βάση τα στοιχεία που τηρούνται στα πληροφοριακά συστήματα του e-ΕΦΚΑ και λοιπών φορέων και δεν διενεργείται επιπλέον διασταύρωση των στοιχείων των πληροφοριακών συστημάτων με τον φυσικό φάκελο του ασφαλισμένου. Η ημερομηνία γέννησης, το πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης, το πιστοποιητικό εγγυτέρων συγγενών, η ληξιαρχική πράξη θανάτου, η απόφαση πιστοποίησης του ποσοστού αναπηρίας και κάθε άλλο έγγραφο ή στοιχείο, το οποίο είναι αναγκαίο για τη διαπίστωση των προϋποθέσεων χορήγησης προκαταβολής και δύναται να αντληθεί με ηλεκτρονικά μέσα, ιδίως με τη χρήση διαδικτυακών υπηρεσιών μέσω του Κέντρου Διαλειτουργικότητας της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης, αντλείται χωρίς συμμετοχή του αιτούντος και χωρίς προσκόμισή του σε φυσική μορφή. Σε περίπτωση που δεν προκύπτει η συνδρομή των προϋποθέσεων του χρόνου ασφάλισης από τα πληροφοριακά συστήματα αρκεί η υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος.

6.Σε περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης της προκαταβολής έναντι σύνταξης, εκδίδεται αυτοματοποιημένα μέσω του μηχανογραφικού συστήματος βεβαίωση χορήγησης αυτής, η οποία κοινοποιείται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον αιτούντα.

7.Σε περίπτωση υποβολής περισσότερων αιτήσεων συνταξιοδότησης, χορηγείται μία προκαταβολή σύνταξης.

8.Το ποσό της προκαταβολής καταβάλλεται μηνιαίως και αναδρομικά από την πρώτη μέρα του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης, έως το τέλος του μήνα έκδοσης προσωρινής απόφασης συνταξιοδότησης ή, ελλείψει αυτής, έως το τέλος του μήνα έκδοσης οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης από τον e-ΕΦΚΑ. Ειδικά επί αιτήσεων συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας, για τις οποίες έχει εκδοθεί γνωμάτευση ΚΕΠΑ με συντάξιμο ποσοστό αναπηρίας για ορισμένο χρόνο, μετά τη λήξη της διάρκειας της αναπηρίας εφαρμόζεται αναλογικά το άρθρο 66 του ν. 4144/2013 (Α' 158), όπως ισχύει.

9.Σε περίπτωση έκδοσης απορριπτικής οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, παύει η καταβολή του ποσού προκαταβολής έναντι σύνταξης και τα ποσά της χορηγηθείσας προκαταβολής αναζητούνται ως αχρεωστήτως καταβληθέντα με βάση το άρθρο 5 της παρούσας.

10.Η παροχή είναι ακατάσχετη και συμψηφίζεται με τα αναδρομικά ποσά σύνταξης που θα χορηγηθούν με την έκδοση προσωρινής ή και οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης. Τυχόν οφειλές του ασφαλισμένου στον e-ΕΦΚΑ δεν παρακρατούνται από το ποσό της προκαταβολής, αλλά από τα ποσά της προσωρινής και της οριστικής σύνταξης. Επί του μηνιαίως καταβαλλόμενου ποσού επιβάλλονται οι νόμιμες επί των συντάξεων κρατήσεις.

Άρθρο 4

Εκκρεμείς αιτήσεις

1. Οι ασφαλισμένοι, οι οποίοι υπέβαλαν αίτηση απονομής σύνταξης γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου μέχρι την έναρξη ισχύος του άρθρου 34 του ν. 4778/2021, υποβάλλουν ειδική αίτηση χορήγησης του ποσού προκαταβολής έναντι της σύνταξης. Για το σκοπό αυτό δημιουργείται ηλεκτρονική πλατφόρμα υποβολής αιτήματος στον e-ΕΦΚΑ που είναι προσβάσιμη μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr-ΕΨΠ) του άρθρου 22 του ν. 4727/2020.

2.Η πρόσβαση του αιτούντος στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της παρ. 1 πραγματοποιείται κατόπιν αυθεντικοποίησής του με τη χρήση των κωδικών - διαπιστευτηρίων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων Δημόσιας Διοίκησης (taxisnet) σύμφωνα με την περ. α' της παρ. 1 του άρθρου 24 του ν. 4727/2020.

3.Η αίτηση επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης για την συνδρομή όλων των προϋποθέσεων του άρθρου 7Α του ν. 4387/2016 και της παρούσας απόφασης και περιλαμβάνει τα κάτωθι στοιχεία:

α. τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης συνταξιοδότησης.

β. ΑΜΚΑ, ΑΦΜ και IBAN του αιτούντος

γ. ΑΜΚΑ και ΑΦΜ θανόντος, όπου απαιτείται

4.Σε περίπτωση που συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης της προκαταβολής έναντι σύνταξης, εκδίδεται αυτοματοποιημένα μέσω του μηχανογραφικού συστήματος βεβαίωση χορήγησης αυτής, η οποία κοινοποιείται μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου στον αιτούντα.

5.Το ποσό προκαταβολής έναντι της σύνταξης καταβάλλεται μηνιαίως μέχρι την έκδοση προσωρινής ή ελλείψει αυτής, οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, καθώς και αναδρομικά από την πρώτη μέρα του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.

6.Επί του εφεξής καταβαλλόμενου ποσού επιβάλλονται οι νόμιμες επί των συντάξεων κρατήσεις. Επί των ποσών που καταβάλλονται αναδρομικά δεν επιβάλλεται κράτηση για τον κλάδο ασθένειας, ενώ ο φόρος επιμερίζεται στα φορολογικά έτη που αναλογεί η παροχή.

7.Κατά τα λοιπά, ισχύουν τα οριζόμενα στα άρθρα 2 και 3 της παρούσας.

 

Άρθρο 5

Αχρεωστήτως Καταβληθέντα

Σε περίπτωση έκδοσης οριστικής απορριπτικής απόφασης συνταξιοδότησης, τα ποσά που έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως στους ασφαλισμένους αναζητούνται σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε., ν.δ. 356/1974, Α' 90) και, σε κάθε περίπτωση, δύνανται να παρακρατούνται από τα ποσά που θα τους καταβληθούν στο μέλλον από τον e- ΕΦΚΑ, εφόσον καταστούν δικαιούχοι συνταξιοδοτικών παροχών.

Η παρούσα απόφαση ισχύει από τη δημοσίευσή της στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.

Αθήνα, 2 Μαρτίου 2021


 πηγή: efka.gov.gr


Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2021

ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗ ΣΥΝΤΑΞΗΣ

 

ΣΧΟΛΙΑ :

Δικαιούχοι ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ είναι όσοι θα υποβάλλουν ή έχουν ήδη υποβάλει ηλεκτρονική αίτηση συνταξιοδότησης και δε λαβαίνουν προσωρινή /οριστική σύνταξη. Το ποσό της προκαταβολής για τις συντάξεις γήρατος κυμαίνεται από 360 ως 384 Ευρώ . Το ποσό της προκαταβολής για τις συντάξεις αναπηρίας και θανάτου είναι 384 Ευρώ.

Η προκαταβολή καταβάλλεται κατά το χρονικό διάστημα από την 1η του επόμενου μήνα της αίτησης σύνταξης έως το τέλος του μήνα έκδοσης ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ή ως το τέλος του μήνα έκδοσης της οριστικής Απόφασης σύνταξης.

ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΥΝΤΑΙ ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗ ΣΥΝΤΑΞΗΣ:

1. Όσοι οφείλουν ασφαλιστικές εισφορές πάνω από τα ανώτατα όρια παρακράτησης τους από την εκδοθείσα σύνταξη. 2. όταν ο αιτών/ουσα λαβαίνει ήδη άλλη προσωρινή/οριστική σύνταξη. 3. Όταν εφαρμόζονται οι διατάξεις της Ε.Ε ή διακρατικών συμβάσεων. Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί συνταξιούχοι του Δημοσίου.

ΠΡΟΣΟΧΗ: Για την καταβολή των αναδρομικών ΠΡΟΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ θα πρέπει να υποβληθεί ηλεκτρονικό αίτημα στo gov.gr .

Αναμένεται η έκδοση της σχετικής ΚΥΑ που θα ρυθμίζει τις λεπτομέρειες.


Νόμος 4778/2021 (ΦΕΚ 26Α/19-2-2021) Άρθρο 34 Προκαταβολή σύνταξης - Προσθήκη άρθρου 7Α στον ν. 4387/2016 Μετά από το άρθρο 7 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85) προστίθεται άρθρο 7Α ως εξής:

«Άρθρο 7Α Προκαταβολή σύνταξης 1. Στους ασφαλισμένους του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕΦΚΑ), οι οποίοι υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου σύμφωνα με το άρθρο 17 του ν. 4670/2020 (Α΄ 43), χορηγείται προκαταβολή έναντι της συντάξεως που δικαιούνται, από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης έως το τέλος του μήνα έκδοσης προσωρινής απόφασης συνταξιοδότησης ή, ελλείψει αυτής, έως το τέλος του μήνα έκδοσης οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης. 2. Επί αιτήσεων συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, το ποσό που χορηγείται ως προκαταβολή, εφόσον ο ενδιαφερόμενος έχει συμπληρώσει βάσει των στοιχείων που τηρούνται στον e-ΕΦΚΑ ή δηλώνονται υπεύθυνα από τον ίδιο: α) κατ’ ελάχιστον δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης ή τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες ασφάλισης και ηλικία εξήντα επτά (67) ετών και άνω, ισούται με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ, β) κατ’ ελάχιστον δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης ή τέσσερις χιλιάδες πεντακόσιες (4.500) ημέρες ασφάλισης και ηλικία εξήντα δύο (62) έως εξήντα επτά (67) ετών, ισούται με τριακόσια εξήντα (360,00) ευρώ, γ) κατ’ ελάχιστον είκοσι (20) έτη ασφάλισης ή έξι χιλιάδες (6.000) ημέρες ασφάλισης και ηλικία εξήντα δύο (62) έως εξήντα επτά (67) ετών, ισούται με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ, δ) τις απαιτούμενες κατά περίπτωση προϋποθέσεις του χρόνου ασφάλισης και ορίου ηλικίας και είναι κάτω των εξήντα δύο (62) ετών, ισούται με τριακόσια εξήντα (360,00) ευρώ. 3. Για τον υπολογισμό του χρόνου της παρ. 2 λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης που έχει διανυθεί σε οποιονδήποτε ενταγμένο στον e-ΕΦΚΑ φορέα κύριας ασφάλισης, όπως πιστοποιείται, ιδίως, από τα διαθέσιμα μηχανογραφημένα στοιχεία του e-ΕΦΚΑ. 4. Επί αιτήσεων συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας, το ποσό που χορηγείται ως προκαταβολή ισούται με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ. Η χορήγηση της παροχής προϋποθέτει την ύπαρξη του ελάχιστου συντάξιμου ποσοστού αναπηρίας και τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων που ορίζονται στις διατάξεις που διέπουν τους φορείς κύριας ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ. 5. Επί αιτήσεων συνταξιοδότησης λόγω θανάτου του ασφαλισμένου, η χορήγηση της παροχής προϋποθέτει τη συμπλήρωση των χρονικών προϋποθέσεων που ορίζονται στις διατάξεις που διέπουν τους φορείς κύριας ασφάλισης του e-ΕΦΚΑ. Το ποσό που χορηγείται ως προκαταβολή ισούται με τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ για τον επιζώντα σύζυγο και, αν υπάρχουν άλλα δικαιοδόχα μέλη, με επιπλέον τριακόσια ογδόντα τέσσερα (384,00) ευρώ ισομερώς επιμεριζόμενο σε αυτά. Επί αιτήσεων για χορήγηση, κατά μεταβίβαση, σύνταξης λόγω θανάτου του συνταξιούχου, καταβάλλεται ποσό τριακοσίων ογδόντα τεσσάρων (384,00) ευρώ στον επιζώντα σύζυγο και, αν υπάρχουν άλλα δικαιοδόχα μέλη, επιπλέον ποσό τριακοσίων ογδόντα τεσσάρων (384,00) ευρώ ισομερώς επιμεριζόμενο σε αυτά. 6. Η παροχή δεν χορηγείται στις εξής περιπτώσεις: α) όταν οφείλονται ασφαλιστικές εισφορές, το ποσό των οποίων υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ανώτατα όρια, β) όταν χορηγείται ήδη προσωρινή ή οριστική σύνταξη από τον e-ΕΦΚΑ οποιασδήποτε κατηγορίας, γ) όταν η αίτηση συνταξιοδότησης κρίνεται με τις διατάξεις της νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (E.E.) ή διακρατικών συμβάσεων. Αν μεταγενέστερα εκλείψει η περ. α), η παροχή χορηγείται από την πρώτη ημέρα του επόμενου μήνα, κατά τον οποίο υποβάλλεται από τους ενδιαφερόμενους ηλεκτρονικά η σχετική αίτηση. 7. Η παροχή είναι ακατάσχετη και συμψηφίζεται με τα ποσά σύνταξης που θα χορηγηθούν με την προσωρινή και οριστική απόφαση συνταξιοδότησης. Από τα ποσά της προσωρινής και της οριστικής σύνταξης παρακρατούνται και οφειλές στον e-ΕΦΚΑ από ασφαλιστικές εισφορές. 8. Σε περίπτωση έκδοσης απορριπτικής απόφασης συνταξιοδότησης, τα ποσά που έχουν καταβληθεί αχρεωστήτως στους ασφαλισμένους, σύμφωνα με το παρόν, αναζητούνται σύμφωνα με τον Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (Κ.Ε.Δ.Ε., ν.δ. 356/1974, Α΄ 90) και, σε κάθε περίπτωση, δύνανται να παρακρατούνται από τα ποσά που θα τους καταβληθούν στο μέλλον από τον e-ΕΦΚΑ, εφόσον καταστούν δικαιούχοι συνταξιοδοτικών παροχών. 9. Το παρόν εφαρμόζεται στις αιτήσεις συνταξιοδότησης που υποβάλλονται από την έναρξη ισχύος του, καθώς και σε όλες τις εκκρεμείς αιτήσεις συνταξιοδότησης για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί προσωρινή απόφαση συνταξιοδότησης, με την επιφύλαξη της παρ. 6. Στην περίπτωση των εκκρεμών αιτήσεων, τα ποσά του παρόντος καταβάλλονται αναδρομικά σύμφωνα με την παρ. 1, κατόπιν ηλεκτρονικού αιτήματος του δικαιούχου μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοίκησης (gov.gr-ΕΨΠ). Επί των ποσών που καταβάλλονται αναδρομικά δεν επιβάλλεται κράτηση για τον κλάδο ασθένειας, ενώ ο φόρος επιμερίζεται στα φορολογικά έτη που αναλογεί η παροχή. Τεύχος A’ 26/19.02.2021 ΕΦΗΜΕΡΙ∆Α TΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ 4509 10. Στο παρόν δεν υπάγονται οι ασφαλισμένοι του e-ΕΦΚΑ, οι οποίοι δικαιούνται ή λαμβάνουν την προκαταβολή σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 57Α του Κώδικα Πολιτικών και Στρατιωτικών Συντάξεων (π.δ. 169/2007, Α΄ 210). 11. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ρυθμίζονται ειδικότερα θέματα για τη διαδικασία υποβολής και διαχείρισης των αιτημάτων, τον τρόπο απόδειξης της συνδρομής των προϋποθέσεων και κάθε άλλο θέμα για την εφαρμογή του παρόντος.»

ΠΗΓΗ: www.et.gr

Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019

ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΣ ΕΠΑΝΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΚΥΡΙΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ - ΠΟΣΟΣΤΑ ΑΝΑΠΛΗΡΩΣΗΣ


ΣτΕ Ολ.1891/2019 (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ)
Πρόεδρος: Ε. Σαρπ
Εισηγητής: Γ.Τσιμέκας
Θέμα: επανυπολογισμός κύριων συντάξεων – κρατική χρηματοδότηση κύριων συντάξεων – αναλογιστική μελέτη για τη βιωσιμότητα του ΕΦΚΑ – μελέτη για την τεκμηρίωση της επάρκειας των παροχών – ποσοστά αναπλήρωσης κύριας συντάξεως
Με την 1891/2019 απόφαση της Ολομέλειας ακυρώθηκε η 26083/887/7.6.2016 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών με τίτλο «Αναπροσαρμογή κύριων συντάξεων - Προστασία καταβαλλόμενων συντάξεων» (Β΄ 1605/7.6.2016 και διορθώσεις σφαλμάτων Β΄ 1623/8.6.2016 και Β΄ 1988/1.7.2016). Ειδικότερα:
Α. Κρίθηκε, κατά πλειοψηφία, ότι, στο πλαίσιο της επιχειρούμενης με το ν. 4387/2016 ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, αιτιολογείται επαρκώς η επιλογή, κατ’ εφαρμογή των άρθρων 14 και 33 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85) και της παραπάνω κ.υ.α. 26083/887/7.6.2016, ως βάσης επανυπολογισμού των κύριων συντάξεων που καταβάλλονταν στους ήδη συνταξιούχους κατά τη δημοσίευση του ν. 4387/2016, του ύψους στο οποίο οι συντάξεις αυτές είχαν διαμορφωθεί στις 31.12.2014, δηλαδή με τις επελθούσες και κριθείσες ως αντισυνταγματικές με τις 2287-2288/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου περικοπές των ν. 4051/2012 και 4093/2012, με όμοια αιτιολογία με αυτήν που υιοθετήθηκε στην 1890/2019 απόφαση επί της αίτησης ακυρώσεως της ΟΤΟΕ επί του αντίστοιχου ζητήματος που αφορά τον επανυπολογισμό των ήδη καταβαλλόμενων κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 επικουρικών συντάξεων.
Δ. Απερρίφθη κατά πλειοψηφία ο λόγος, με τον οποίο προεβλήθη ότι δεν υπάρχει αναλογιστική μελέτη, από την οποία να τεκμηριώνεται η βιωσιμότητα του Ε.Φ.Κ.Α. Ειδικότερα, ως προς το ζήτημα αυτό έγιναν δεκτά τα ακόλουθα:
α) Κρίθηκε, κατά πλειοψηφία, ότι, προκειμένου ο νομοθέτης να ανταποκριθεί στην υποχρέωσή του να τεκμηριώσει τη βιωσιμότητα των φορέων που συνιστώνται και λειτουργούν στο πλαίσιο νέου ασφαλιστικού συστήματος και χορηγούν τις συνταξιοδοτικές παροχές (κύριες και επικουρικές ) - υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος (ερμηνευομένου ενόψει και του άρθρου 106 παρ. 1 του Συντάγματος)- οφείλει, πριν από την ψήφιση του σχετικού νόμου, να έχει προκαλέσει τη σύνταξη αναλογιστικών μελετών προερχόμενων από αρμόδια προς τούτο αρχή, η οποία να διαθέτει εξειδικευμένες γνώσεις, όπως είναι η Εθνική Αναλογιστική Αρχή, που θεσπίσθηκε με το άρθρο 9 του ν. 3029/2002 (Α΄ 160). Είναι δε απολύτως αναγκαίο να προκύπτει η βιωσιμότητα των ασφαλιστικών φορέων οι οποίοι θα λειτουργούν στο νέο ασφαλιστικό σύστημα και θα χορηγούν τις ασφαλιστικές παροχές, ιδίως στην περίπτωση της εκ βάθρων μεταβολής του ισχύοντος μη βιώσιμου, κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, ασφαλιστικού συστήματος, ώστε να προκύπτει ότι η επιχειρούμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση που θα αντικαταστήσει το ισχύον σύστημα είναι πράγματι λυσιτελής, υπό την έννοια ότι είναι ικανή να εξασφαλίσει, πράγματι, την ασφαλιστική κάλυψη ολόκληρου του εργαζόμενου πληθυσμού της χώρας όχι μόνον βραχυπρόθεσμα αλλά και μακροπρόθεσμα. Εξάλλου, το γεγονός ότι η υπάρχουσα Εθνική Αναλογιστική Αρχή, έχει κατά νόμον, αρμοδιότητες προσαρμοσμένες στο ισχύον, κατά το χρόνο ιδρύσεώς της, ασφαλιστικό σύστημα και ότι δεν ρυθμίζεται ειδικώς από την υφιστάμενη νομοθεσία το περιεχόμενο της αναλογιστικής μελέτης που πρέπει να εκπονείται σε περίπτωση θεσπίσεως νέου ασφαλιστικού συστήματος δεν αίρει την υποχρέωση που απορρέει από το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος, πριν από την αντικατάσταση του υπάρχοντος ασφαλιστικού συστήματος με νέο, να συντάσσεται αναλογιστική μελέτη από όργανο το οποίο να διαθέτει εξειδικευμένες προς τούτο γνώσεις είτε αυτό είναι η ανωτέρω Εθνική Αναλογιστική Αρχή είτε άλλο όργανο με τις ανωτέρω εξειδικευμένες γνώσεις.
Ε. Ακόμη, κρίθηκε κατά πλειοψηφία ότι, κατόπιν των 1889 και 1890/2019 ακυρωτικών αποφάσεων της Ολομέλειας, με τις οποίες διαπιστώθηκε έλλειψη τεκμηρίωσης της βιωσιμότητας του κλάδου της επικουρικής ασφάλισης του ΕΤΑΕΠ, δεν τεκμηριώνεται το ύψος της συνολικής συνταξιοδοτικής παροχής την οποία χορηγεί το νέο ασφαλιστικό σύστημα του ν. 4387/2016· κατ’ ακολουθία έγιναν, κατά πλειοψηφία, δεκτοί ως βάσιμοι, οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προεβλήθη ότι η προσβαλλόμενη κ.υ.α. 26083/887/7.6.2016 είναι ακυρωτέα, διότι, κατά παράβαση του Συντάγματος, θεσπίσθηκε ο επανυπολογισμός των καταβαλλομένων συντάξεων χωρίς να υπάρχει επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη που να αποδεικνύει την επάρκεια των χορηγούμενων από το ν. 4387/2016 παροχών και την εξασφάλιση με αυτές αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, όσο το δυνατόν εγγύτερο προς εκείνο που είχαν τα μέλη του αιτούντος σωματείου και οι λοιποί αιτούντες κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου. Ειδικότερα, ως προς το ζήτημα αυτό έγιναν δεκτά τα ακόλουθα:
α) Όσον αφορά την υποχρέωση του νομοθέτη να τεκμηριώσει την επάρκεια των παροχών, που χορηγεί ο ασφαλιστικός οργανισμός ή οι ασφαλιστικοί οργανισμοί, που λειτουργούν στο πλαίσιο του νέου ασφαλιστικού συστήματος, υπό την έννοια της μη παραβίασης του συνταγματικού πυρήνα του κοινωνικοασφαλιστικού δικαιώματος (της χορήγησης δηλαδή στον συνταξιούχο παροχών τέτοιων που να του επιτρέπουν να διαβιώνει με αξιοπρέπεια, εξασφαλίζοντας τους όρους όχι μόνο της φυσικής του υποστάσεως αλλά και της συμμετοχής του στην κοινωνική ζωή με τρόπο που δεν αφίσταται πάντως ουσιωδώς από τις αντίστοιχες συνθήκες του εργασιακού του βίου), έγινε δεκτό κατά πλειοψηφία ότι ο νομοθέτης οφείλει, πριν από την ψήφιση του νόμου που θεσπίζει το νέο ασφαλιστικό σύστημα και ρυθμίζει εκ νέου τους όρους και τις προϋποθέσεις των ασφαλισμένων όλων των ασφαλιστικών φορέων, να έχει προκαλέσει, ενόψει και της πολυπλοκότητας και του τεχνικού εν πολλοίς χαρακτήρα των σχετικών εκτιμήσεων, την εκπόνηση επιστημονικά τεκμηριωμένης μελέτης ή μελετών από πρόσωπα που διαθέτουν τις κατάλληλες προς τούτο γνώσεις, από τις οποίες να προκύπτει κατά τρόπο σαφή και ορισμένο η επάρκεια των χορηγούμενων παροχών και η εξασφάλιση με αυτές αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, όσο το δυνατόν εγγύτερα προς εκείνο που είχε ο ασφαλισμένος κατά τη διάρκεια του εργασιακού του βίου.
β) Περαιτέρω, κρίθηκε, κατά πλειοψηφία, ότι η διαπιστωθείσα με τις 1889 και 1890/2019 ακυρωτικές αποφάσεις έλλειψη τεκμηρίωσης της βιωσιμότητας του κλάδου επικουρικής ασφαλίσεως του Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., θέτει εν αμφιβόλω τη δυνατότητα του εν λόγω φορέα να παρέχει επικουρικές παροχές, στο ύψος μάλιστα που επικαλείται η Διοίκηση, και, κατ’ επέκταση, κλονίζει το ύψος και, επομένως, την επάρκεια των παρεχομένων σύμφωνα με το ν. 4387/2016 συνολικών συνταξιοδοτικών παροχών [αθροίσματος δηλαδή, κύριας (εθνικής και ανταποδοτικής) και επικουρικής συντάξεως], τόσο στους μελλοντικούς, όσο και στους παλαιούς συνταξιούχους· καθόσον οι προβλεπόμενες συνολικές συνταξιοδοτικές παροχές πρέπει να διασφαλίζουν υπέρ των συνταξιούχων ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, κατά το δυνατόν εγγύτερο εκείνου το οποίο αυτοί είχαν κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου. Συνεπώς, εφόσον το ύψος της συνολικής συνταξιοδοτικής παροχής την οποία χορηγεί το νέο ασφαλιστικό σύστημα του ν. 4387/2016 δεν είναι βέβαιον, η έρευνα από το Δικαστήριο της τεκμηρίωσης της επάρκειας της συνολικής αυτής παροχής από τη Διοίκηση και, κατ’ ακολουθία, η εξέταση των κειμένων - μελετών που συνοδεύουν το ν. 4387/2016, κατά το μέρος που αποβλέπουν στην απόδειξη της επάρκειας αυτής, καθίσταται αλυσιτελής. Ενόψει, δε, των ανωτέρω και ανεξαρτήτως τυχόν πλημμελειών που φέρουν τα ανωτέρω κείμενα-μελέτες, εφόσον, κατά τα ήδη κατά τα ανωτέρω κριθέντα, δεν τεκμηριώνεται το ύψος της συνολικής συνταξιοδοτικής παροχής την οποία χορηγεί το νέο ασφαλιστικό σύστημα του ν. 4387/2016, γίνονται δεκτοί, κατά πλειοψηφία, ως βάσιμοι, οι λόγοι ακυρώσεως, με τους οποίους προβάλλεται ότι η προσβαλλόμενη ΚΥΑ είναι ακυρωτέα, διότι, κατά παράβαση του Συντάγματος (άρθρα 2 παρ. 1, 4 παρ. 1 και 5, 22 παρ. 5, 25 παρ. 1 και 4 και 106 παρ. 1), θεσπίσθηκε ο επανυπολογισμός των καταβαλλομένων συντάξεων χωρίς, υπό τα ανωτέρω δεδομένα, να υπάρχει επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη που να αποδεικνύει την επάρκεια των χορηγούμενων από το ν. 4387/2016 παροχών και την εξασφάλιση με αυτές αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης, όσο το δυνατόν εγγύτερο προς εκείνο που είχαν τα μέλη του αιτούντος σωματείου και οι λοιποί αιτούντες κατά τη διάρκεια του εργασιακού τους βίου.
ΣΤ. Περαιτέρω, έγινε δεκτό, κατά πλειοψηφία, ότι ναι μεν υπάρχει κλιμάκωση, ως προς τα θεσπιζόμενα με το άρθρο 8 του ν. 4387/2016 ποσοστά αναπληρώσεως, βάσει των οποίων υπολογίζεται η ανταποδοτική σύνταξη και τα οποία εφαρμόζονται και για τον επανυπολογισμό των ήδη καταβαλλόμενων κύριων συντάξεων, τα ποσοστά δηλαδή αυτά αυξάνονται προοδευτικά ανά κλίμακα ετών ασφάλισης, τα νέα, όμως, αυτά ποσοστά αναπληρώσεως, αυτά καθ’ εαυτά, είναι ιδιαιτέρως χαμηλά, η δε εφαρμογή τους, ως εκ του ύψους και της ανά τριετία κλιμακώσεώς τους, τόσο στο μέσο όρο των μηνιαίων αποδοχών καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου προκειμένου για τους μελλοντικούς συνταξιούχους, όσο και στον συντάξιμο μισθό επί του οποίου κανονίσθηκε η χορηγηθείσα σύνταξη προκειμένου για τους ήδη συνταξιούχους, οδηγεί στη χορήγηση ανταποδοτικής συνταξιοδοτικής παροχής, η οποία τελεί σε προφανή δυσαναλογία προς τις ανωτέρω αποδοχές, ενόψει του ότι το υψηλότερο ποσοστό αναπληρώσεως των εν λόγω αποδοχών είναι κατώτερο του 50%, και προς τις καταβληθείσες με βάση τις αποδοχές αυτές εισφορές. Υπό τα δεδομένα αυτά, τα συγκεκριμένα ποσοστά αναπληρώσεως παραβιάζουν την αρχή της ανταποδοτικότητας, η οποία αποτελεί έκφανση της αρχής της αναλογικότητας, υπό την έννοια της υπέρβασης του ανεκτού ορίου μέχρι του οποίου είναι επιτρεπτή, κατά το Σύνταγμα, η έλλειψη ανταποδοτικότητας εισφορών – παροχών. Η ανωτέρω παραβίαση της αρχής της ανταποδοτικότητας δεν αναιρείται, εξ άλλου, από τη χορηγούμενη από το σύστημα του ν. 4387/2016 εθνική σύνταξη, το ύψος της οποίας παραμένει σταθερό και δεν επηρεάζεται από τον αριθμό των (πέραν των 20) ετών ασφαλίσεως και το ύψος των αποδοχών. Περαιτέρω δε, το σύστημα του ανωτέρω ν. 4387/2016, ως προς την χορηγούμενη από αυτό συνολική συνταξιοδοτική παροχή (εθνική, ανταποδοτική και επικουρική), οδηγεί σε παραβίαση της αρχής της ισότητας, διότι, όπως προκύπτει από τον πίνακα 9 του οικ. 20263/121/4.5.2016 ενημερωτικού σημειώματος της Προϊσταμένης της Γενικής Διεύθυνσης Οικονομικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Εργασίας Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, η χορηγούμενη από το σύστημα του νόμου συνολική συνταξιοδοτική παροχή εξασφαλίζει σημαντικά μεγαλύτερο ποσοστό αναπλήρωσης (σχέση συνολικής συνταξιοδοτικής παροχής προς μέσο όρο αποδοχών καθ’ όλη τη διάρκεια του ασφαλιστικού βίου ή συντάξιμο μισθό) σε πρόσωπα που υπάγονται στην ίδια κλίμακα από πλευράς χρόνου ασφαλίσεως και έχουν μικρότερες κατά μέσο όρο αποδοχές ή συντάξιμο μισθό σε σχέση με πρόσωπα που ανήκουν στην ίδια κλίμακα αλλά έχουν μεγαλύτερο μέσο όρο αποδοχών ή συντάξιμο μισθό.
Η. Τέλος, η Ολομέλεια, συνεκτιμώντας τους λόγους, για τους οποίους εχώρησε η ακύρωση της κ.υ.α. 26083/887/7.6.2016 και τον μεγάλο αριθμό των καταβαλλομένων κύριων συντάξεων των οποίων ο επανυπολογισμός θα τεθεί εν αμφιβόλω με την αναδρομική ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως και των εκκρεμοτήτων που θα ανακύψουν, έκρινε κατά πλειοψηφία ότι εν προκειμένω συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 50 παρ. 3β του π.δ. 18/1989, τα αποτελέσματα της ακυρώσεως να επέλθουν από την δημοσίευση της 1891/2019 αποφάσεως.

(πηγή: adjustice.gr)

ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΕΠΑΝΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ


ΣτΕ Ολ.1890/2019 (ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΠΕΡΙΛΗΨΗ)
Πρόεδρος: Ε. Σαρπ
Εισηγητής: Α. Καλογεροπούλου
Θέμα: Επανυπολογισμός επικουρικών συντάξεων – κρατική χρηματοδότηση στις επικουρικές συντάξεις – αναλογιστική μελέτη στις επικουρικές συντάξεις – καθορισμός ορίου επικουρικών συντάξεων σε σχέση με την κύρια σύνταξη

Με την 1890/2019 απόφαση της Ολομέλειας, ακυρώθηκε η οικ. 25909/470/7.6.2016 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης “Αναπροσαρμογή καταβαλλόμενων συντάξεων του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης” (Β΄1605/7.6.2016, διόρθωση σφάλματος Β΄ 1623/8.6.2016). Ειδικότερα:
Α. Κρίθηκε, κατά πλειοψηφία, ότι, στο πλαίσιο της επιχειρούμενης με το ν. 4387/2016 ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, αιτιολογείται επαρκώς η επιλογή, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 96 παρ. 4 του ν. 4387/2016 και της οικ. 25909/470/7.6.2016 αποφάσεως του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ως βάσης επανυπολογισμού των επικουρικών συντάξεων που καταβάλλονταν στους ήδη συνταξιούχους κατά τη δημοσίευση του ν. 4387/2016, του ύψους στο οποίο οι συντάξεις αυτές είχαν διαμορφωθεί στις 31.12.2014, δηλαδή με τις επελθούσες και κριθείσες ως αντισυνταγματικές με τις 2287-2288/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου περικοπές των ν. 4051/2012 και 4093/2012.
Ειδικότερα, ως προς το ζήτημα αυτό, έγιναν δεκτά, κατά πλειοψηφία, τα ακόλουθα: Με τις ρυθμίσεις, που αφορούν τον επανυπολογισμό των ήδη καταβαλλόμενων κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 κύριων και επικουρικών συντάξεων (όσο αφορά τις κύριες συντάξεις βλ. άρθρα 14 και 33 του ν. 4387/2016 και κ.υ.α. 26083/887/7.6.2016, Β’ 1605 και όσο αφορά τις επικουρικές βλ. άρθρο 96 παρ. 4 του ν. 4387/2016 και την προσβαλλόμενη απόφαση), για τον οποίο λαμβάνεται υπόψη ως βάση, και στις δύο περιπτώσεις, το ύψος των συντάξεων, κύριων και επικουρικών αντίστοιχα, όπως είχαν διαμορφωθεί στις 31.12.2014, δηλαδή με τις επελθούσες και κριθείσες ως αντισυνταγματικές με τις 2287-2288/2015 αποφάσεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου περικοπές των ν. 4051/2012 και 4093/2012, ο νομοθέτης επιρρίπτει το βάρος του στόχου εξασφαλίσεως της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος όχι μόνον στους ασφαλισμένους και στους νέους συνταξιούχους, αλλά και στους παλαιούς συνταξιούχους, επιφέροντας με τον τρόπο αυτό -ουσιαστικά- νέες περικοπές στις συγκεκριμένες συντάξεις, κύριες και επικουρικές, αντίστοιχες σε ύψος προς εκείνες που είχαν επέλθει με τους ν. 4051/2012 και 4093/2012 και είχαν κριθεί, κατά τα ανωτέρω, αντισυνταγματικές, υλοποιώντας, παράλληλα, τη δέσμευση που η Ελληνική Κυβέρνηση ανέλαβε στο πλαίσιο του Μνημονίου του ΕΜΣ για υιοθέτηση πολιτικών που αντισταθμίζουν τις δημοσιονομικές επιπτώσεις της ως άνω αποφάσεως. Ενόψει των ανωτέρω, αλλά και των αιτίων που αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση του νόμου και θέτουν σε διακινδύνευση τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, αιτιολογείται κατ’ αρχήν, τόσο, γενικώς, η ανάγκη μεταρρυθμίσεως του υφισταμένου ασφαλιστικού συστήματος, η οποία δεν κωλύεται από την υποχρέωση συμμορφώσεως στις προαναφερόμενες 2287, 2288/2015 αποφάσεις της Ολομελείας του Συμβουλίου της Επικρατείας, όσο και, ειδικώς, ο επανυπολογισμός των συντάξεων των ήδη συνταξιούχων, ώστε να επωμισθούν και αυτοί και όχι μόνον οι νέοι συνταξιούχοι και οι νυν ασφαλισμένοι το βάρος της επιχειρούμενης μεταρρυθμίσεως, για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης και διαγενεακής ισότητας και αλληλεγγύης∙ δεδομένου ότι και αυτοί ωφελούνται εξ ίσου από την επιδιωκόμενη, με την επιχειρούμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση, διασφάλιση της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος, τη διατήρηση δηλαδή της ικανότητάς του να χορηγεί συντάξεις στους υφιστάμενους και στους μελλοντικούς συνταξιούχους. Εξάλλου, ο νομοθέτης δεν εκωλύετο από τις 2287-2288/2015 αποφάσεις της Ολομελείας να προβεί σε νέες ρυθμίσεις ως προς το ύψος των συντάξεων ή ακόμη και να επαναθεσπίσει τις κριθείσες ως αντισυνταγματικές περικοπές, εφόσον ελάμβανε υπόψη τα κριτήρια και ικανοποιούσε τις απαιτήσεις που έθεσε με τις ανωτέρω αποφάσεις του το Δικαστήριο κατόπιν ερμηνείας των μνημονευθεισών συνταγματικών διατάξεων, είτε, ακόμη, διατηρώντας τη σχετική προς τούτο ευχέρειά του, να προβεί στη θέσπιση νέου ασφαλιστικού συστήματος, στο πλαίσιο του οποίου, εφόσον επέλεγε να υιοθετήσει εκ νέου τις ανωτέρω κριθείσες ως αντισυνταγματικές περικοπές των συντάξεων κατά τον επανυπολογισμό της συντάξεως των παλαιών συνταξιούχων, όπως και έπραξε, υπεχρεούτο να αιτιολογήσει ειδικώς τον λόγο για τον οποίο ήταν τούτο αναγκαίο ενόψει της επιχειρούμενης συνολικής μεταρρυθμίσεως του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως. Εν προκειμένω δε, η επίμαχη ρύθμιση -η επιλογή δηλαδή από το νομοθέτη, ως βάσεως επανυπολογισμού της συντάξεως των παλαιών συνταξιούχων όπως αυτή είχε διαμορφωθεί με τις κατά τα ανωτέρω κριθείσες ως αντισυνταγματικές περικοπές- η οποία δεν παρίσταται μεμονωμένη, αλλά εντάσσεται σε ένα ευρύτερο πλέγμα μέτρων του νέου ριζικώς αναμορφωμένου ασφαλιστικού συστήματος του ν. 4387/2016, με τα οποία δεν επέρχονται απλώς οριζόντιες περικοπές προς εξυπηρέτηση αμιγώς δημοσιονομικών στόχων, όπως με τους προηγούμενους νόμους, αλλά θεσπίζονται διαρθρωτικές αλλαγές του συστήματος προς επίτευξη του δημοσίου συμφέροντος σκοπού διασφαλίσεως της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος αιτιολογείται επαρκώς, εκτιμωμένου και του συνολικού δημοσιονομικού οφέλους της και της ουσιαστικής συνεισφοράς της στη συγκράτηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης και, κατ’ επέκταση, στην επίτευξη - βραχυπρόθεσμα και μεσοπρόθεσμα - του επιδιωκόμενου στόχου της διατηρήσεως της βιωσιμότητας του ασφαλιστικού συστήματος.
Δ. Περαιτέρω, έγινε δεκτό κατά πλειοψηφία, με την ίδια αιτιολογία βάσει της οποίας έγινε δεκτός με την 1889/2019 απόφαση της Ολομέλειας όμοιος λόγος ακυρώσεως προβληθείς με την αίτηση ακυρώσεως της ΑΔΕΔΥ, ότι λόγω της ελλείψεως αναλογιστικής μελέτης που να προκύπτει ότι είχε εκπονηθεί πριν από την ψήφιση του ν. 4387/2016 και που να τεκμηριώνει τη βιωσιμότητα του κλάδου επικουρικής ασφαλίσεως του ΕΤΕΑΕΠ, ενόψει των νέου τρόπου υπολογισμού της επικουρικής συντάξεως για το μέλλον και του μηχανισμού εξισορροπήσεως των ελλειμμάτων του ΕΤΕΑΕΠ που προβλέπονται στο άρθρο 96 παρ. 1 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, του επανυπολογισμού-αναπροσαρμογής των ήδη καταβαλλόμενων κατά τη δημοσίευση του εν λόγω νόμου συντάξεων που προβλέπεται στο άρθρο 96 παρ. 4 αυτού, όπως ισχύει, καθώς και της αυξήσεως των εισφορών για την επικουρική σύνταξη κατά την εξαετία 2016 έως 2022, που προβλέπεται στο άρθρο 97 του νόμου, η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 96 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, που αφορά στον επανυπολογισμό των ήδη καταβαλλόμενων κατά τη δημοσίευση του ν. 4387/2016 επικουρικών συντάξεων, την οποία εφαρμόζει η προσβαλλόμενη οικ. 25909/470/7.6.2016 υπουργική απόφαση, είναι αντισυνταγματική, η απόφαση δε αυτή, η οποία εκδόθηκε κατ΄ εξουσιοδότηση της παρ. 6 του άρθρου 96 του ως άνω νόμου, όπως αυτή ήδη ισχύει, είναι ακυρωτέα στο σύνολό της.
Ε. Ακόμη, έγινε δεκτό, κατά πλειοψηφία, ότι δεν είναι πρόσφορο το κριτήριο του ύψους της καταβαλλόμενης κύριας σύνταξης, που υιοθετείται, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 96 παρ. 4 του ν. 4387/2016 και 6 της προσβαλλόμενης οικ. 25909/470/7.6.2016 απόφασης του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, για την αναπροσαρμογή των επικουρικών συντάξεων, δεδομένου ότι για κάθε μια από τις ανωτέρω συντάξεις έχουν καταβληθεί υποχρεωτικώς από τους ασφαλισμένους αυτοτελείς εισφορές. Δεν καθιστά δε πρόσφορο το ως άνω κριτήριο το γεγονός ότι η αξίωση του συνταξιούχου έναντι του Κράτους για τη χορήγηση σε αυτόν συνταξιοδοτικής παροχής, η οποία να του επιτρέπει να ζει σε επίπεδο που να μην αφίσταται ουσιωδώς από τις αντίστοιχες συνθήκες του εργασιακού του βίου, αφορά το σύνολο των χορηγούμενων σε αυτόν συντάξεων, δηλαδή το άθροισμα κύριας και επικουρικής συντάξεως. Περαιτέρω, δεν είναι συνταγματικά ανεκτό, συνταξιούχοι, ύστερα από τον κατά τα ως άνω επανυπολογισμό και αναπροσαρμογή της επικουρικής τους συντάξεως, να λαμβάνουν, τελικώς, υπό τις αυτές προϋποθέσεις, επικουρική σύνταξη χαμηλότερου ύψους από συνταξιούχους, που έχουν συνταξιοδοτηθεί από το ίδιο με αυτούς –ήδη ενταχθέν στο ΕΤΕΑΕΠ– ταμείο/τομέα/κλάδο επικουρικής ασφαλίσεως και έχουν καταβάλει εισφορές ίδιου ή χαμηλότερου ύψους, εκ μόνου του λόγου ότι οι τελευταίοι λαμβάνουν κύρια σύνταξη χαμηλότερου ύψους και, εξ αυτού του λόγου, προστατεύονται από το προβλεπόμενο στα άρθρα 96 παρ. 4 του ν. 4387/2016 και 6 της προσβαλλόμενης αποφάσεως όριο του ποσού των 1.300 ευρώ, του οποίου δεν επιτρέπεται να υπολείπεται, μετά την αναπροσαρμογή της επικουρικής συντάξεως, το άθροισμα της καταβαλλόμενης σε αυτούς κύριας και επικουρικής συντάξεως. Στις ως άνω περιπτώσεις, η αναπροσαρμογή της επικουρικής συντάξεως, κατά τα οριζόμενα στα άρθρα 96 παρ. 4 του ν. 4387/2016 και 6 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, αντίκειται στα άρθρα 4 παρ. 1 και 5 και 22 παρ. 5 του Συντάγματος. Δεν προκύπτει δε ούτε από την αιτιολογική έκθεση ούτε από τα λοιπά στοιχεία που συνοδεύουν το νόμο, πέραν των όσων αναφέρονται στην αιτιολογική έκθεση για την προστασία των μεσαίων και χαμηλότερων συντάξεων, οι συγκεκριμένοι λόγοι για τους οποίους ο νομοθέτης επέλεξε ως κριτήριο για την αναπροσαρμογή των καταβαλλόμενων κατά την έναρξη ισχύος του ν. 4387/2016 επικουρικών συντάξεων το άθροισμα της πριν από το νόμο καταβαλλόμενης κύριας συντάξεως, με την μετά το νόμο επικουρική σύνταξη να ανέρχεται ειδικώς στο ποσό των 1300 ευρώ. Η συνταγματικότητα δε ή μη της ανωτέρω ρυθμίσεως σε σχέση με την παραβίαση ή όχι της αρχής της ισότητας και της αρχής της ανταποδοτικότητας δεν μπορεί σε καμμία περίπτωση να συναρτάται με το ποσοστό (αν αυτό είναι υψηλό ή χαμηλό) των συνταξιούχων, οι οποίοι θίγονται από τη ρύθμιση αυτή, από το ποσοστό, δηλαδή, των συνταξιούχων των οποίων οι επικουρικές συντάξεις μειώνονται ύστερα από την εφαρμογή της συγκεκριμένης ρυθμίσεως.
Ζ) Τέλος, η Ολομέλεια, έκρινε κατά πλειοψηφία, με όμοια αιτιολογία με αυτήν που υιοθέτησε στην 1889/2019 απόφαση επί της αίτησης ακυρώσεως της ΑΔΕΔΥ, ότι τα αποτελέσματα της ακυρώσεως της οικ. 25909/470/7.6.2016 απόφασης Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης πρέπει επέλθουν από την δημοσίευση της 1890/2019 αποφάσεως.

(ΠΗΓΗ: adjustice.gr)

ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΩΝ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ Ν.4387/2016


ΣτΕ Ολ.1889/2019 
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ
Πρόεδρος: Ε. Σαρπ
Εισηγητής: Α. Καλογεροπούλου
Θέμα: Κρατική χρηματοδότηση στις επικουρικές συντάξεις – αναλογιστική μελέτη στις επικουρικές συντάξεις
Με την 1889/2019 απόφαση της Ολομέλειας ακυρώθηκε η οικ. 23123/785/7.6.2016 απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης με τίτλο “Καθορισμός των τεχνικών παραμέτρων σχετικά με τις παροχές του Ενιαίου Ταμείου Επικουρικής Ασφάλισης” (Β΄1604/7.6.2016). Ειδικότερα:
Α. Κρίθηκε, κατά πλειοψηφία, ότι η διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 96 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, κατ’ επίκληση της οποίας εκδόθηκε η πιο πάνω απόφαση του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, είναι αντισυνταγματική, για το λόγο ότι πριν από τη ψήφιση του ως άνω ν. 4387/2016 δεν εκπονήθηκε αναλογιστική μελέτη, που να τεκμηριώνει τη βιωσιμότητα του κλάδου επικουρικής ασφαλίσεως του ΕΤΕΑΕΠ, ενόψει των νέου τρόπου υπολογισμού της επικουρικής συντάξεως για το μέλλον και του αυτόματου μηχανισμού εξισορροπήσεως που προβλέπονται στο άρθρο 96 παρ. 1 του ν. 4387/2016, όπως ισχύει, του επανυπολογισμού- αναπροσαρμογής των ήδη καταβαλλόμενων κατά τη δημοσίευση του εν λόγω νόμου συντάξεων που προβλέπεται στο άρθρο 96 παρ. 4 αυτού, όπως ισχύει, καθώς και της αυξήσεως των εισφορών για την επικουρική σύνταξη κατά την εξαετία 2016 έως 2022, που προβλέπεται στο άρθρο 97 του νόμου....
...Δ. Τέλος, η Ολομέλεια, συνεκτιμώντας τους λόγους για τους οποίους εχώρησε η ακύρωση της πιο πάνω 23123/785/7.6.2016 απόφασης του Υφυπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και τον μεγάλο αριθμό των ήδη καταβαλλόμενων επικουρικών συντάξεων που θα τεθούν εν αμφιβόλω με την αναδρομική ακύρωση της προσβαλλομένης αποφάσεως και των εκκρεμοτήτων που θα ανακύψουν, έκρινε, κατά πλειοψηφία, ότι συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος που επιβάλλουν, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 50 παρ. 3β του π.δ. 18/1989, τα αποτελέσματα της ακυρώσεως να επέλθουν από την δημοσίευση της 1889/2019 αποφάσεως.

(πηγή: adjustice.gr)



Δευτέρα 3 Ιουνίου 2019

ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΑΣΦ.ΤΑΜΕΙΩΝ - ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΛΗΨΗΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ



Με το ν. 4611/2019 ‘’Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση και τους Ο.Τ.Α. α΄ βαθμού, Συνταξιοδοτικές Ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και άλλες διατάξεις’’. (ΦΕΚ Α' 73/17.05.2019 και Α' 75/22-05-2019) είναι δυνατή η ρύθμιση των οφειλών μη μισθωτών ασφαλισμένων και ασφαλισμένων ΟΓΑ.
Ειδικά για τους μη μισθωτούς ασφαλισμένους το άρθρο 2 του ανωτέρω νόμου προβλέπει ότι εμπίπτουν στη ρύθμιση οφειλές που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής.
Περαιτέρω, προβλέπεται επανυπολογισμός της κύριας οφειλής που δημιουργήθηκε από 1.1.2002 έως και 31.12.2016, βάσει του ν. 4387/2016. Ως βάση υπολογισμού ορίζεται το ποσό που αντιστοιχεί στον κατώτατο βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών, όπως ίσχυε κατά την 31.12.2018. Οι πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκοι λόγω της μη εμπρόθεσμης καταβολής της κύριας οφειλής που δημιουργήθηκε από 1.1.2002 έως και 31.12.2016, επανυπολογίζονται επί του ποσού της κύριας οφειλής που προκύπτει σύμφωνα με τα ανωτέρω.
Στους οφειλέτες που υπάγονται στη ρύθμιση, παρέχεται έκπτωση (85%) επί των πάσης φύσεων προσαυξήσεων, προσθέτων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής.
Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.
Επισημαίνεται ότι ο ανωτέρω επανυπολογισμός που λαμβάνει χώρα κατόπιν επιλογής του οφειλέτη, έχει ως συνέπεια χαμηλότερο ποσό σύνταξης αφού οδηγεί στη μείωση των συντάξιμων αποδοχών του.
Για τους ασφαλισμένους του ΟΓΑ το άρθρο 3 παρέχει δυνατότητα ρύθμισης του συνόλου των οφειλών που δημιουργήθηκαν έως και 31.12.2018, με τις πάσης φύσεως προσαυξήσεις, πρόσθετα τέλη και τόκους λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, ενώ παρέχεται έκπτωση (100%) επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων. Η συνολική οφειλή που προκύπτει, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 2, καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120) ενώ Το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από τριάντα (30) ευρώ.
Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 4 του νόμου, οφειλές από κάθε είδους παροχές που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως σε ασφαλισμένο ή συνταξιούχο έως και 31.12.2018 δύνανται επίσης να υπαχθούν σε ρύθμιση εφόσον δεν έχει εκδοθεί καταδικαστική απόφαση ποινικού δικαστηρίου σε βάρος του οφειλέτη λόγω των οφειλών αυτών, ενώ παρέχεται έκπτωση ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%) επί των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, πρόσθετων τελών και τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής. Η συνολική οφειλή που προκύπτει καταβάλλεται σε μηνιαίες δόσεις που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120) ενώ το ελάχιστο ποσό της οριζόμενης μηνιαίας δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από πενήντα (50) ευρώ.
Ειδικά για συνταξιούχους που έχουν ήδη υπαχθεί σε ρύθμιση τμηματικής καταβολής των οφειλών τους με παρακράτηση των προβλεπόμενων δόσεων από το ποσό της σύνταξης, η υπαγωγή στη ρύθμιση του ανωτέρω νόμου συνεπάγεται την έναρξη της παρακράτησης των δόσεων για την εξόφληση της εναπομένουσας οφειλής από το ποσό της σύνταξης, από τον επόμενο μήνα από την υπαγωγή στη ρύθμιση:
1. Αν η οφειλή που υπάγεται σε ρύθμιση, όπως αυτή προκύπτει μετά τον υπολογισμό της σύμφωνα με τα ανωτέρω είναι κάτω από 25000 Ευρώ (αρθ. 61 ν. 3863/2010).
2. Ειδικά για τον ΟΓΑ ισχύει το όριο των 4.000 Ευρώ (αρθ. 68 ν. 4144/2013) και για τους ασφαλισμένους που συμπληρώνουν το 67ο έτος της ηλικίας τους μέχρι την 31.12.2019 τίθεται ως όριο οφειλής το ποσό των 6000 Ευρώ.
Οι οφειλές καταβάλλονται σε μηνιαίες δόσεις, που δεν μπορούν να ξεπερνούν τις εκατόν είκοσι (120).
Η υποχρέωση καταβολής καθορίζεται ως εξής: α) Έως την υποβολή αίτησης συνταξιοδότησης, ο οφειλέτης καταβάλλει τις δόσεις της ρύθμισης. β) Από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης έως την έναρξη καταβολής της σύνταξης, αναστέλλεται η υποχρέωση καταβολής των δόσεων της ρύθμισης. Οι δόσεις που αντιστοιχούν στο διάστημα του προηγούμενου εδαφίου παρακρατούνται αθροιστικά από το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται αναδρομικά για το διάστημα αυτό. Οι επόμενες δόσεις παρακρατούνται από το ποσό της σύνταξης κάθε επόμενου μήνα από αυτόν της έναρξης καταβολής της σύνταξης. Ειδικά κατά την περίοδο χορήγησης προσωρινής σύνταξης, από τη σύνταξη παρακρατούνται τα ποσά που αντιστοιχούν στο ελάχιστο ποσό δόσης. Η διαφορά μεταξύ του ποσού της οφειλόμενης δόσης και του ήδη παρακρατηθέντος ελάχιστου ποσού δόσης, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, παρακρατείται αθροιστικά από το ποσό της οριστικής σύνταξης που καταβάλλεται αναδρομικά για το διάστημα αυτό. Αν έχουν καταβληθεί εφάπαξ ποσά για την εξόφληση ασφαλιστικών οφειλών με σκοπό τη συνταξιοδότηση και τα ποσά αυτά δεν επαρκούν για τον σκοπό αυτό, η οφειλή δύναται να υπαχθεί στη ρύθμιση του παρόντος, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, ως εξής: α) Η αρχική οφειλή, δίχως τον συνυπολογισμό των καταβολών, επανυπολογίζεται σύμφωνα με τα ανωτέρω β) Από το ποσό της νέας οφειλής, αφαιρούνται τα εφάπαξ ποσά που έχουν καταβληθεί.γ) Το νέο ποσό της οφειλής, εντάσσεται στην ανωτέρω ρύθμιση. Αν το ποσό της οφειλής, που προκύπτει μετά τον επανυπολογισμό, είναι μικρότερο από αυτό που έχει καταβληθεί, το υπερβάλλον δεν αναζητείται.
ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΛΗΨΗΣ ΤΟΥ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΥΠΕΡΗΛΙΚΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΗ ΕΧΟΝΤΕΣ ΤΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΛΗΨΕΩΣ ΣΥΝΤΑΞΗΣ ΛΟΓΩ ΟΦΕΙΛΩΝ.
Να σημειωθεί εδώ, ότι σύμφωνα με την Αρ. Πρωτ.: Δ12α/Φ.32/Γ.Π.οικ.46042/1305/ 30 - 08 - 2018 εγκύκλιο του ΥΠΑΚΠ
Στους ανασφάλιστους υπερήλικες και σε αυτούς που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης καταβάλλεται από τον ΟΠΕΚΑ το επίδομα Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφαλίστων Υπερηλίκων, εφόσον οι δικαιούχοι πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
-έχουν συμπληρώσει το 67ο έτος της ηλικίας τους
- δεν λαμβάνουν ή δεν δικαιούνται να λάβουν σύνταξη από το εξωτερικό ή οποιαδήποτε ασφαλιστική ή προνοιακή παροχή από την Ελλάδα, μεγαλύτερη από το πλήρες ποσό του μηνιαίου επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Ανασφαλίστων Υπερηλίκων, ανερχόμενο σήμερα στο ποσό των τριακοσίων εξήντα ευρώ (360 €), σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 93 του ν. 4387/2016.
Σύμφωνα με την ανωτέρω εγκύκλιο ως έλλειψη ασφαλιστικών προϋποθέσεων για σύνταξη, στην προκειμένη περίπτωση, θεωρείται η μη συμπλήρωση του απαιτούμενου χρόνου ασφάλισης καθώς και η τυχόν ύπαρξη οφειλής από ασφαλιστικές εισφορές του ασφαλισμένου προς τους φορείς κοινωνικής ασφάλισης.